ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΟΝ ΤΑΣΟ ΘΕΟΦΙΛΟΥ

 

Σημειώσεις για την κατασταλτική στρατηγική, που αυτό το διάστημα ξεδιπλώνει ως αιχμή της άλλη μια μεθόδευση κατά του αναρχικού κομμουνιστή Τάσου Θεοφίλου

 

1.
Η καταστολή είναι μια αδιάκοπη και διαρκώς μετεξελισσόμενη και εμπλουτιζόμενη κρατική διαδικασία, για την αντιμετώπιση των «επικίνδυνων κοινωνικών ομάδων και τάξεων», για τη διασφάλιση και επέκταση του πλούτου και της ισχύος της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας.
Ο μύθος περί σκληρότερης και ηπιότερης καταστολής ανάλογα με την κυβερνητική διαχείριση, θέλει να αποκρύψει ότι η αφομοίωση και η καταστολή δεν είναι ετερόκλητες διαδικασίες αλλά άρρηκτα συνδεδεμένες και αλληλοσυμπληρούμενες όψεις της κρατικής πολιτικής.
Πέρα από τον κάθε φορά εστιασμένο στόχο της καταστολής, το ευρύτερο νόημά της είναι η διασπορά του φόβου, το ευρύτερο μήνυμά της είναι η συστηματική επαναδιατύπωση των ορίων των επιτρεπτών απόψεων, πρακτικών και επιλογών, ώστε αυτές είτε να αναπαράγουν στο σύνολό της την κυρίαρχη κανονικότητα είτε να περιορίζονται στην προσπάθεια βελτιώσεων και καλλωπισμού της, για να μην αμφισβητηθεί ο ίδιος ο πυρήνας των υφιστάμενων κοινωνικών σχέσεων: η εκμετάλλευση, η ιδιοκτησία, η ιεραρχία, οι διακρίσεις, η επιβολή.

 

2.
Η αντιεξεγερτική στρατηγική του ελληνικού κράτους μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη 2008 (που συγκρούστηκε υλικά και νοηματικά με πολλά σημεία του εξουσιαστικού πλέγματος, χωρίς να θέσει αιτήματα-διεκδικήσεις και να αναδείξει ηγέτες και μεσολαβητές) έλαβε έναν πολύμορφο και πολυεπίπεδο χαρακτήρα: εφαρμογή του δόγματος «μηδενικής ανοχής», στοχοποίηση του λεγόμενου «εσωτερικού εχθρού» και των συλλογικών του υποδομών (καταλήψεις, στέκια), ψήφιση του λεγόμενου «κουκουλονόμου», παρουσία ενός αστυνομικού στρατού κατοχής στους δρόμους, ασύστολη χρήση κρατικής βίας, χιλιάδες διώξεις διαδηλωτών κατά τη διάρκεια των κοινωνικών-ταξικών κινητοποιήσεων της διετίας 2010-12, όξυνση της ποινικής καταστολής των ολικών αρνητών στράτευσης -και εν γένει των ανυπότακτων- και θέσπιση της οικονομικής καταστολής τους με επαναλαμβανόμενα πρόστιμα των 6.000 ευρώ, δεκάδες συλλήψεις και φυλακίσεις αναρχικών με κατηγορίες για εμπρηστικές και εκρηκτικές ενέργειες ή ληστείες τραπεζών, αναβάθμιση των «αντι»τρομοκρατικών νομοθεσιών και πρακτικών, εισαγωγή του DNA ως «αποδεικτικού» στοιχείου στις δίκες, καταδίκες με πρωτόγνωρα δυσθεώρητες ποινές, εφαρμογή ειδικών συνθηκών κράτησης για φυλακισμένους αγωνιστές/ριες. Καθόλου τυχαία, την ίδια περίοδο, οξύνθηκε ιδεολογικά και επιχειρησιακά η αντιμεταναστευτική πολιτική, με φράχτες, βυθίσεις πλοιαρίων στο Αιγαίο, πολλά νέα κέντρα κράτησης, παρανομοποίηση των μεταναστ(ρι)ών, μαζικές επιχειρήσεις σκούπα και απελάσεις.
Η αντιεξέγερση του καθεστώτος, που δρομολογήθηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης συναίνεσης των «υποτελών» και των εκτεταμένων κοινωνικών ταραχών για μια πενταετία στον ελλαδικό χώρο, δεν προέκυψε από το πουθενά αλλά ήρθε να εμπλουτίσει την κατασταλτική πολιτική και την «αντι»τρομοκρατική εκστρατεία των προηγούμενων ετών, η οποία είχε λάβει έναν ενιαίο πλανητικό χαρακτήρα μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους και το Πεντάγωνο την 11η Σεπτέμβρη 2001 στις ΗΠΑ: πολεμικές επιχειρήσεις με εκατομμύρια νεκρούς και εκτοπισμένους, πανομοιότυπες «αντι»τρομοκρατικές νομοθεσίες σε όλα τα κράτη, μυστικές φυλακές της CIA, θεσμική επαναφορά των βασανιστηρίων, κολαστήρια τύπου Άμπου Γκράιμπ, τόποι εξαίρεσης όπως το Γκουαντάναμο για «μαχητές του εχθρού» (χωρίς στοιχεία και απόδοση κατηγοριών) και τα κέντρα κράτησης μεταναστ(ρι)ών (χωρίς καν το πρόσχημα κάποιου αδικήματος), επιβολή μιας μόνιμης κατάστασης «έκτακτης ανάγκης».

 

3.
Από την άνοιξη του 2012 στο πλάι των επίσημων κρατικών δυνάμεων τέθηκαν ενεργά με αναβαθμισμένο ρόλο και τα νεοναζιστικά τάγματα εφόδου, με την προσπάθεια ελέγχου του δρόμου και τις επιθέσεις τους σε μετανάστες, στέκια, καταλήψεις και αγωνιστές/ριες. Ο ρόλος των φασιστών ως ενεργούς δύναμης καταστολής στον δρόμο έκλεισε τον κύκλο του με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα τον Σεπτέμβρη του 2013. Από δύναμη επιβολής της Τάξης, της ομαλότητας και της σταθερότητας μετατρέπονταν πλέον σε παράγοντα αποσταθεροποίησης και παραγωγής συγκρουσιακών-εξεγερτικών γεγονότων. Γι’ αυτό και τέθηκε (ενδοεξουσιαστικά) ζήτημα ελέγχου και περιορισμού τους, σε καμία περίπτωση όμως απόσυρσης ή εξαφάνισής τους.
Η αριστερή διακυβέρνηση που ακολούθησε, μετά τις εκλογές του Γενάρη 2015, ήρθε να ολοκληρώσει το έργο της δριμείας καταστολής της προηγούμενης περιόδου. Με μια ασύστολη ψευδολογία, με ένα φτηνό εμπόριο ελπίδας, ήρθε να αφομοιώσει-ενσωματώσει τα απομεινάρια των κινημάτων της προηγούμενης περιόδου, που έχοντας συναντήσει τα όρια των περιεχομένων και των αντοχών τους, συνδιαλέγονταν με την ανάθεση και την κυβερνητική προβολή.
Στο πρώτο διάστημα της αριστερής κρατικής διαχείρισης προτάθηκε σταδιακά η εκ νέου «νομιμοποίηση» της διαμαρτυρίας, αρκεί αυτή να κινείται σε νόμιμα-θεσμικά-επίσημα-σοβαρά πλαίσια. Προτάθηκε η «κοινωνική αμφισβήτηση», η «ρεαλιστική διεκδίκηση», η «κινηματική πίεση», οι στοχευμένοι αιτηματικοί αγώνες (κυρίως για «κοινωνικά δικαιώματα») ακόμα και οι συμβολικοί ακτιβισμοί, ως ο επιτρεπτός τρόπος αντίστασης και μάλιστα με τον χαρακτήρα της υπόδειξης και του μοχλού πίεσης προς την κυβερνητική εξουσία σημείων που πρέπει να αλλάξουν. Προτάθηκε, δηλαδή, η μετατροπή των αγωνιζόμενων σε βραχίονες άσκησης της κρατικής πολιτικής και η υποκατάσταση της ουσίας των αγώνων από τη φαινομενικότητα του ακτιβισμού.
Στην περίοδο που διανύουμε, όμως, γίνεται φανερό ότι η τακτική αυτή έχει εξαντλήσει τη δυναμική της, ότι δεν επαρκεί μόνη της και ότι μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο κατασταλτικής σκλήρυνσης. Το υποδεικνύουν οι επεμβάσεις των δυνάμεων καταστολής σε κάθε κινητοποίηση, η όξυνση της αστυνομικής βίας απέναντι στους μετανάστες και τις μετανάστριες και οι διώξεις σε βαθμό κακουργήματος όσων αντιστέκονται, η προσπάθεια αυστηροποίησης του σωφρονιστικού και ποινικού κώδικα και επαναφοράς των ειδικών συνθηκών κράτησης, τα εκ νέου απανωτά πρόστιμα και οι διαδοχικές διώξεις ολικών αρνητών στράτευσης, οι διμοιρίες που συνοδεύουν τον πρωθυπουργό σε κάθε δημόσια εμφάνιση του.

 

4.
Σχετικά με την πενταετή περιπέτεια του Τάσου Θεοφίλου, τα δεδομένα είναι λίγο έως πολύ γνωστά. Για τον τρόπο εμπλοκής του στην αιματηρή ληστεία της Πάρου από την αντιτρομοκρατική, τους εισαγγελείς και τους ανακριτές, για την εσκεμμένη και εμφατική κατασκευή εντυπώσεων και τη δαιμονοποίησή του από τα ΜΜΕ, για τις τραγελαφικές καταστάσεις με το DNA (που έχει κατ’ επανάληψη αποδειχτεί ότι δεν αποτελεί έγκυρο στοιχείο) στο πρωτόδικο δικαστήριο, για την αρχική καταδίκη του με δυσθεώρητη ποινή για τις περισσότερες κατηγορίες, για την έφεση του εισαγγελέα ώστε να δικαστεί ξανά και γι’ αυτές τις κατηγορίες που απαλλάχθηκε, για την απαλλαγή του στο εφετείο από όλες τις κατηγορίες και για την -ούτε ένα χρόνο μετά την αποφυλάκισή του- εισαγγελική προσφυγή στον Άρειο Πάγο αναίρεσης της απόφασης και επανάληψης της δίκης, από τον αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και πρώην εποπτεύων εισαγγελέα της «αντι»τρομοκρατικής Ιωάννη Αγγελή.
Μια μεθόδευση που έρχεται σε συνέχεια της τελεσίδικης καταδίκης σε δεύτερο βαθμό (εφετείο) ως «ατομικών τρομοκρατών» του Νίκου Ρωμανού, του Αργύρη Ντάλιου, του Δημήτρη Πολίτη, του Γιάννη Μιχαηλίδη και του Γεράσιμου Τσάκαλου (ο οποίος είναι ο μόνος που έχει δηλώσει ότι είναι μέλος οργάνωσης, της Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιάς), κατασκευάζοντας νομολογία με εφευρήματα, προσπερνώντας το γεγονός ότι οι κατηγορούμενοι έχουν απαλλαχθεί αμετάκλητα από την κατηγορία της «ένταξης σε τρομοκρατική οργάνωση» σε προηγούμενες δίκες που αφορούσαν σε άλλες υποθέσεις τους (ληστείες Βελβεντού, Φιλώτα).
Ενάντια στις νέες μεθοδεύσεις, τις καθεστωτικές μιντιακές αφηγήσεις, την «αντι»τρομοκρατική πολιτική, τη βιομηχανία διώξεων αγωνιστών, το αστυνομικό-δικαστικό-σωφρονιστικό σύμπλεγμα καταστολής…

 

Αλληλεγγύη στον αναρχικό κομμουνιστή Τάσο Θεοφίλου

 

4/5/2018
αυτοοργανωμένος χώρος αλληλεγγύης & ρήξης ΡΕΣΑΛΤΟ