Κλήση εν ονόματι του νόμου (πράξη 2η)

Τη Δευτέρα, 20/9 παρουσιάστηκα κατόπιν της κλήσης που έλαβα -και για την οποία είχα ενημερώσει με το προηγούμενο κείμενο μου– ενώπιον του ανακριτή. Εκεί μου γνωστοποιήθηκε για πρώτη φορά η υπόθεση που με αφορά και μου απαγγέλθηκαν κατηγορίες. Ζήτησα και έλαβα προθεσμία έως τη Δευτέρα 25/9, οπότε και θα απολογηθώ.
Κατηγορούμαι λοιπόν για ένα κακούργημα (απόπειρα εμπρησμών από κοινού) και 3 παραγραφέντα πια πλημμελήματα που υποτίθεται πως διέπραξα κατά τη διάρκεια πορείας προς το Α.Τ. του Αγ. Παντελεήμονα το Δεκέμβρη του 2004. Μιας πορείας που διοργάνωσε ο αναρχικός -αντιεξουσιαστικός χώρος, ως μια πρώτη οργισμένη αντίδραση απέναντι στον βάρβαρο βασανισμό Αφγανών προσφύγων-όχι μόνο μέσα στο έν λόγω τμήμα αλλά και στα ίδια τους τα σπίτια- από τα καθάρματα της αστυνομίας. Μετά το τέλος της πορείας εκείνης, συνελήφθη ένας σύντροφος ο οποίος οδηγήθηκε στο δικαστήριο το οποίο τελικά τον αθώωσε. Το «στοιχείο» που τεκμηριώνει την παρουσία μου εκεί είναι δυο αποτυπώματα σε ένα από τα σταθμευμένα εκεί περιπολικά.
Είναι για εμένα ασήμαντο να μιλήσω τώρα, και σε ένα τέτοιο ενημερωτικό κείμενο, για την ουσία των κατηγοριών, οι οποίες πάντως μπορούν να στηρίξουν ακόμα και την προφυλάκιση μου. Η «αξιοπιστία» των στοιχείων της αστυνομίας και η αξιοποίησή τους από τους δικαστές, έχουν κριθεί και αντιμετωπίζονται από τον κόσμο του αγώνα -αν όχι από τον περισσότερο πλέον κόσμο- ως μέρος του πολέμου που διεξάγει το κράτος ενάντια σε αυτούς και αυτές που το εχθρεύονται, του ταξικού πολέμου στην πιο απογυμνωμένη του μορφή.
Το σημαντικό για εμένα, είναι να πω πως δεν είναι ένα υποτιθέμενο αποτύπωμα αυτό που με «τοποθετεί» σε μια μαχητική πορεία προς ένα αστυνομικό τμήμα. Βρίσκομαι, βρισκόμουν και θα βρίσκομαι, μαζί με τις συντρόφισσες και τους συντρόφους μου, έξω από κάθε αστυνομικό τμήμα και απέναντι σε κάθε μορφή κρατικής βαρβαρότητας. Η οργή απέναντι στις δολοφονικές πρακτικές της ακροδεξιάς αστυνομικής γιάφκας του Αγίου Παντελεήμονα ήταν οργή δίκαιη. Η επίθεση στους ένστολους φασίστες, βασανιστές των κυνηγημένων μεταναστών, ήταν μια πράξη δίκαιη. Θα ήταν αδιανόητο για εμένα, αρνούμενος κάποιες αόριστες κατηγορίες, να αρνηθώ την ίδια στιγμή δίκαιες πολιτικές επιλογές και πρακτικές, με τις οποίες ταυτίζομαι εδώ και πολλά χρόνια.
Θα ήταν επίσης αδιανόητο να θεωρήσω αυτή την υπόθεση, ως μια «παλιά υπόθεση». Την ίδια ώρα που εγώ αναγκάζομαι να γράφω αυτό το κείμενο, χιλιάδες απελπισμένοι πρόσφυγες πνίγονται στη θάλασσα, κυνηγιούνται και βασανίζονται στους δρόμους της πόλης και τα αστυνομικά της τμήματα, ενώ ένας 16χρονος αγωνιστής δίνει αυτές τις μέρες μάχη για τη ζωή του μετά από τη βίαιη σύλληψη και τη μεταγωγή του στην Ασφάλεια. Για αυτούς και για τόσους άλλους λόγους, την υπόθεση μου τη θεωρώ και τη βιώνω ως υπόθεση σημερινή. Ως υπόθεση όχι μόνο προσωπική αλλά που αφορά ίσως και όλον εκείνο τον κόσμο που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αγωνίζεται ενάντια σε κάθε βαρβαρότητα και αδικία, αναλαμβάνοντας πεισματικά το κόστος της αστυνομικής και νομικής καταστολής.
ΑΠΟΛΟΓΙΑ 25/9/2017, ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ, ΚΤΙΡΙΟ 9, ΩΡΑ 10:00
Συντροφικά Γιάννης Κ.