Αναδημοσίευση από το blog της Πρωτοβουλίας για την ολική άρνηση στράτευσης:
Την ίδια στιγμή που άλλο ένα αδιέξοδο εμφανίζεται στις συζητήσεις για τα προγράμματα εξυγίανσης – μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας απαιτώντας νέους όρους και νέες συμφωνίες λεηλασίας των ζωών μας, την ίδια στιγμή που τα δημοσιεύματα του έντυπου τύπου δείχνουν μια περίεργη λατρεία στο πρώτο πληθυντικό («μας σταυρώνουν», «μας οδηγούν στη δραχμή» κ.τ.λ.), την ίδια στιγμή που πρίγκιπες, πάπες και σταρ επισκέπτονται την Ελλάδα για να φωτίσουν με την παρουσία τους το… αθάνατο ελληνικό πνεύμα της φιλανθρωπίας και τις αντοχές της ελληνικής ψυχής, μια διόλου τυχαία πολεμική εμπλοκή χαμηλής έντασης -έως τώρα- συμβαίνει με επίκεντρο κυρίως ανατολικά της Χίου. Παρόμοια περιστατικά «τριβών» μεταξύ αστυνομικών και πολεμικών πλοίων Ελλάδας και Τουρκίας συμβαίνουν βέβαια και σε άλλα σημεία του Αιγαίου, κυρίως στα σημεία όπου περιπολούν οι διαιτητές της επιχείρησης για την στρατιωτική ανάσχεση των μεταναστευτικών ρευμάτων, οι φρεγάτες του ΝΑΤΟ.
Αδιαμφισβήτητα τα στρατιωτικά αυτά παιχνιδάκια δεν είναι κάτι καινούριο και μάλλον αυτοί που παίζουν θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται ακριβώς για παιχνίδια με τα playmobil τους αλλά για παιχνίδια στις πλάτες των υποτελών τάξεων, παιχνίδια θανάτου στις πλάτες μας. Τα κρυφά ή φανερά θερμά επεισόδια στο Αιγαίο είναι ανέκαθεν πεδίο άσκησης πολιτικής όχι μόνο προς τα έξω αλλά και προς τα μέσα. Και η αριστεροακροδεξιά μας κυβέρνηση δείχνει ότι θέλει και φυσικά ξέρει να παίζει, όπως εξάλλου ξέρει και παίζει σε κάθε πρόσφορο για αυτήν πεδίο. Ο ανθρωπισμός της αρβύλας στο ζήτημα της διαχείρισης των μεταναστών και η μετάθεση της ευθύνης των νέων όρων λεηλασίας (μνημόνιο εις τη νιοστή) στα ξένα κέντρα εξουσίας δεν είναι όμως ικανά να παράξουν εκείνη την ποιοτική και ποσοτική κοινωνική συναίνεση που απαιτείται για να περισωθεί το ισχύον εγχώριο σύστημα, κι ας πασχίζει για αυτό ολόκληρος ο κομματικός ιδεολογικός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι τόσο διαρκής που οι πολιτικοί διαχειριστές δεν αρκούνται μόνο να διατυμπανίζουν ότι το (ολοκληρωτικό) κράτος έχει συνέχεια αλλά τροφοδοτούν διαρκώς όλα τα διαθέσιμα εργαλεία παραγωγής συναινέσεων. Και ο εθνικισμός ανέκαθεν είναι ένα από αυτά.
Τα παιχνιδάκια λοιπόν που θέλουν να αναστήσουν το εθνικό φρόνημα εν μέσω αποφάσεων για περαιτέρω μέτρα λεηλασίας δεν είναι απλά περίεργα είναι πλέον και καταφανή. Όσοι προσπαθούν να στήσουν προκλήσεις και εντάσεις στο Αιγαίο (ή απλά συμμετέχουν σε αυτές) υπό την σκέπη της διεθνής διαιτησίας του ΝΑΤΟ, το μόνο σίγουρο είναι ότι ικανοποιούν την αλαζονεία τους. Από εκεί και πέρα, είναι γνώριμο -χρόνια τώρα- ότι οι εθνικές διεκδικήσεις (από οποιαδήποτε πλευρά) έχουν και αυτοτελή χαρακτήρα καθώς διεκδικούν τα κατά καιρούς εθνικά-διαταξικά οφέλη και προσόδους: από τους υδρογονάνθρακες έως την εκμετάλλευση της επιφάνειας ή του πυθμένα της θάλασσας με αγωγούς, καλώδια και άλλες εφευρέσεις στον τομέα των μεταφορών του καπιταλισμού. Για το ελληνικό κράτος ίσως είναι η κατάλληλη ευκαιρία όπου τα εθνικά δίκαια θα διεκδικηθούν μπροστά σε τρίτους, κι αυτό δεν σχετίζεται μόνο με τις διεκδικήσεις των ελληνικών ΑΟΖ αλλά και με τις διεκδικήσεις γύρω από τα εθνικά ύδατα, τα σύνορα και τα περάσματα στο Αιγαίο.
Το ίδιο προφανώς ισχύει και για το κατά τα άλλα «σύμμαχο» τουρκικό κράτος που βρίσκεται σε μια εσωτερική ρευστή συνθήκη, αντίστοιχη με την εσωτερική ρευστότητα της Ελλάδας για διαφορετικούς όμως λόγους. Επιπλέον, τα πολιτικά οφέλη μίας σχετικά ελεγχόμενης έντασης στα δυτικά του τουρκικού κράτους είναι πλήρως αξιοποιήσιμα από το τελευταίο, μπροστά σε ό,τι διαδραματίζεται στις νοτιοανατολικές περιοχές του υπό τις κουρδικές αντιστάσεις αλλά και σε κάθε μορφής αντιπολίτευση ή ανυπακοή εν γένει στο εσωτερικό του. Οι εθνικισμοί, κάτω από τους όποιους ανταγωνισμούς τους, ενέχουν μία αλληλένδετη αγωγιμότητα προς κρατική και πολιτική αξιοποίηση, αλληλοτροφοδοτώντας την κρατική ισχύ και την πολιτική εξουσία εκατέρωθεν. Ο ελληνικός και ο τουρκικός εθνικισμός, και η μεταξύ τους θετική αλληλεπίδραση, αποτελούν μία ιστορικά τεκμηριωμένη απόδειξη.
Στις Οινούσες λοιπόν δεν είναι σε εξέλιξη ένα σύνηθες πεδίο διακρατικής διαμάχης (που στο παρελθόν έχει οδηγήσει σε νεκρούς και απειλές πολέμου). Στις Οινούσες εξελίσσεται μια στρατηγική ανάτασης των εθνικών ιδεωδών και διεκδίκησης των ελληνικών κεκτημένων, που προϋποθέτει από τον καθένα μας να πάρει θέση όχι μόνο για τις αιτίες ή τις διεκδικήσεις αλλά και για τα αποτελέσματα… Και αν το κράτος και τα αφεντικά αυτή την στιγμή μας ζητούν να πάρουμε θέση πλάι τους και απέναντι στους «άλλους», τους «εθνικούς εχθρούς» που μας παρουσιάζουν, για εμάς, τους υποτελείς, η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη πέρα από την άρνησή μας να θρεφόμαστε ή να συμμετέχουμε στα στημένα και θανατηφόρα αυτά παιχνίδια και την επακόλουθη αντίσταση σε ότι μας καθυποτάσσει στην πραγματικότητα και όχι στα φαντασιακά μίας κρατικής ιδεολογίας. Η απειλή του πολέμου -πέραν της δεδομένης αυταξίας της για διπλωματικούς λόγους αλλά και για λόγους που αφορούν την κοινωνική εξοικείωση και αποδοχή μίας ενδεχόμενης πραγματοποίησής του- αποτελεί μια από τις δοκιμασμένες συνταγές κοινωνικού αποπροσανατολισμού έτσι ώστε όχι απλά να συνεχιστεί η κοινωνική λεηλασία με νέα μέτρα και νέες περιφράξεις, αλλά και για να αποτραπεί οποιαδήποτε άλλη δυνατότητα εσωτερικής αμφισβήτησης, αντίστασης, εξέγερσης…