Η συνάφεια θεωρίας και πράξης δεν παύει ποτέ να είναι ένα από τα βασικότερα διακυβεύματα των απελευθερωτικών διεργασιών. Δίχως να υπονομεύεται η αυταξία τους, είναι το πεδίο του συσχετισμού τους που διαμορφώνει δυναμικά τους όρους και τις δυνατότητες του αγώνα ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση. Η ανάλυση είναι απαραίτητη για τη σύνθεση, η σύνθεση είναι απαραίτητη για τη δράση και η τελευταία ανατροφοδοτεί την όλη διαδικασία.
Στο πλαίσιο αυτό, η διαρκής αλληλεπίδραση λόγου και δράσης αποτελεί μόνιμο ζητούμενο. Στα 18 χρόνια της ύπαρξής της, η συλλογικότητά μας έχει προχωρήσει κατά καιρούς σε μία σειρά από εκδόσεις έντυπου υλικού, θεματικών ή ευρύτερων περιεχομένων, αδιαχώριστα από τη δράση μας. Ζητήματα κεντρικής πολιτικής διαχείρισης, εκεί όπου συμπυκνώνεται η κρατική και καπιταλιστική λειτουργία, είναι αδιαμφισβήτητα πεδία ανάλυσης και εμβριθούς ενασχόλησης για την ανίχνευση των κυριαρχικών ρηγματώσεων. Ταυτόχρονα, η δραστηριοποίηση όχι μόνο σε κεντρικό επίπεδο αλλά και σε γειτονιές με έντονους ταξικούς προσδιορισμούς, κοινωνικές αντιθέσεις και ιστορικές παρακαταθήκες αντιστάσεων ανέδειξε και τη σημασία που έχει η πρόσληψη (ή και η άρνηση) των κυριαρχικών προσταγών στην προοπτική υπονόμευσης της αναπαραγωγής τους στην καθημερινή ζωή. Η αποτύπωση κάθε φορά της προσωπικής-κοινωνικής-πολιτικής εμπειρίας -ως επεξεργασμένου βιώματος κι όχι ως στατικής αυτοαναφορικότητας- είναι αναπόσπαστο τμήμα μιας ευρύτερης χειραφετητικής κίνησης, που δημιουργεί κοινωνικά γεγονότα και παίρνει θέση στον κοινωνικό/ταξικό ανταγωνισμό, αποτελώντας πρόταση σύνθεσης και εμβάθυνσης στα κρίσιμα ζητήματα που ανοίγονται σε κάθε συγκυρία. Πρόταση για μία διεργασία ανάλυσης σε μόνιμη διαλεκτική σχέση με τη δράση.
Η παρούσα έκδοση εκκινεί μία νέα απόπειρα παραγωγής λόγου, αντλώντας δεδομένα από τα σημεία συνάρθρωσης της κυριαρχίας (θεσμοί, δομές και μηχανισμοί εξουσίας), αλλά και από τα πεδία των τριβών της με τους «από κάτω» (περιφέρεια, γειτονιές και μοριακότητες). Όπως συνάγεται από όλα τα παραπάνω, η περιοδική αυτή έκδοση δεν αποσκοπεί στην κατάθεση ενός κλειστού θεωρητικού πλαισίου, αλλά στη συνεισφορά ενός λόγου επίκαιρου αλλά όχι εφήμερου, επεξεργασμένου αλλά όχι αναγκαία ολοκληρωμένου, θεματικού αλλά όχι μονοδιάστατου. Ζητούμενο η συμβολή στην κατανόηση της ιστορικής μας συνθήκης για την εμβάθυνση και των άπλωμα των αντιστάσεων και της αλληλεγγύης ενάντια στις επιθέσεις του συστήματος.
Η εξέλιξη της καπιταλιστικής συσσώρευσης, με όλες τις φάσεις που αυτή εμπεριέχει, επικαθορίζει και επικαθορίζεται από την κοινωνική πραγματικότητα, είτε αυτή αφορά στις καπιταλιστικές μητροπόλεις είτε την περιφέρειά τους. Έτσι, αντιμετωπίζουμε τον καπιταλισμό όχι ως ένα διαχωρισμένο μοντέλο οικονομικής οργάνωσης, αλλά ως μια ροή κοινωνικών και εμπορευματικών σχέσεων εκμετάλλευσης, καταπίεσης και αλλοτρίωσης, με πολιτικά, ιδεολογικά και οικονομικά περιεχόμενα. Παράλληλα, διερευνούμε όλες τις πτυχές και το βάθος στο οποίο φτάνει η χειραγώγηση της κυριαρχίας, από τη γενική κοινωνική διάσταση μέχρι τις μοριακές εκδοχές της, αφού αμφότερες δεν αποτελούν αποκλειστικά πεδία άσκησης εξουσίας αλλά επίσης πεδία ξεδιπλώματος, ζύμωσης και όσμωσης των αντιστάσεων. Υπό αυτό το πρίσμα, έχει σημασία να ανιχνεύσουμε την τρέχουσα περίοδο της συστημικής κρίσης -με όλες τις δομικές της ανακατατάξεις- στην πολυσχιδή της διάδραση με όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωής. Σε μία τόσο σύνθετη προσπάθεια δε θα μπορούσε παρά να γίνεται η χρήση των αναλυτικών και θεωρητικών εκείνων εργαλείων που κρίνονται χρήσιμα για τη διεξοδική προσέγγιση των ζητημάτων, δίχως αυτό να σημαίνει ότι ασπαζόμαστε κάθε φορά και το ιδεολογικό ή προταγματικό πλαίσιο από το οποίο απορρέουν. Επιπλέον, η πολυπλοκότητα και οι διακλαδώσεις των εκάστοτε εξουσιαστικών πλεγμάτων προβάλλονται και στην αποτύπωσή τους μέσω του λόγου, καθιστώντας πολλές φορές αναγκαία τη χρήση μίας σύνθετης γραφής, προκειμένου σε κάθε επιμέρους υπόθεση να φωτίζονται και οι ιδιαίτερες αποχρώσεις της.
Η θεματολογία του πρώτου τεύχους αναπόφευκτα επικεντρώθηκε σε κεντρικά ζητήματα που άπτονται της συστημικής επίθεσης που συντελείται τα τελευταία χρόνια στον ελλαδικό χώρο -ωστόσο κάθε άλλο παρά καινοφανή είναι ιστορικά. Πρόκειται για μία σειρά θεματικών που καταπιάνονται με αναγνώσεις των συστημικών κατευθύνσεων και μετατοπίσεων, των ιδεολογικών, πολιτικο-νομικών και ιστορικών τους εργαλείων και αναγωγών καθώς και με κεντρικά ζητήματα που άπτονται της διαμόρφωσης ενός νέου ολοκληρωτισμού όπως η πριμοδότηση, η διαχείριση αλλά και οι απολήξεις του νεοφασιστικού φαινομένου.
Σε μία προσπάθεια κατανόησης της συνολικότερης μετατόπισης του κυριαρχικού πλαισίου, της κοινωνικής του πρόσληψης και των νέων δεδομένων που διαμορφώνονται στον κοινωνικό/ταξικό ανταγωνισμό, κατατίθενται αρχικά δύο αλληλοσυμπληρούμενα κείμενα πάνω στο «καθεστώς έκτακτης ανάγκης», το οποίο έχει επιβληθεί από τα μέσα του 2010. Το πρώτο κείμενο παρουσιάζει μία επισκόπηση της τρέχουσας εκδοχής του στην εγχώρια πραγματικότητα, ενώ το δεύτερο συνδέει την παρούσα συγκυρία με ιστορικές αντιστοιχήσεις στη βάση της κοινωνικής και κινηματικής της ενσωμάτωσης. Εν συνεχεία, γίνεται μία αναφορά πάνω στις φασίζουσες μεθοδεύσεις της κυριαρχίας μέσω των πρόσφατων εκφάνσεων του «κρατικού αντιφασισμού» και διατυπώνονται τα χαρακτηριστικά ενός ριζοσπαστικού αντιφασισμού. Ακολούθως, παρουσιάζεται ένα ιστορικό πλαίσιο πάνω στη «θεωρία των δύο άκρων», μία δοκιμασμένη κυριαρχική αφήγηση που απονοηματοδοτεί και εγκληματοποιεί τους κοινωνικούς/ταξικούς αγώνες και που αναζωπυρώθηκε έντονα τα δύο τελευταία χρόνια στο ελληνικό κράτος. Τέλος, το κείμενο αυτό ακολουθείται από μία θεσμική, νομική, πολιτική και ιδεολογική ανάλυση του πεδίου στο οποίο εφαρμόζεται η θεωρία αυτή.
Η αποδόμηση της κυρίαρχης ιδεολογίας και η δράση ενάντια σε κάθε της υλικότητα προϋποθέτει την όσο το δυνατόν βαθύτερη αντίληψή τους. Η δυσκολία στην πρόσληψη ενός τόσο εχθρικού κόσμου μπορεί να επιφέρει διάφορα ενδεχόμενα λάθη, αλλά συγχρόνως γονιμοποιεί και ένα φάσμα επιλογών σύγκρουσης, ανοίγματος περασμάτων και δυνατοτήτων, ανασύνθεσης του κοινωνικού σε ελευθεριακή βάση. Γι αυτό και η διαρκής θεωρητική αναζήτηση και κριτική, σε συνδυασμό με τον απολογισμό της δράσης, αποτελεί μια απαραίτητη σύζευξη, μέσα σε μία ατέρμονη διαλεκτική διαδικασία προς την καταστροφή κάθε εξουσίας και τη δημιουργία χειραφετητικών και αλληλέγγυων σχέσεων.
Αναρχικές-οι από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά
Περιεχόμενα:
Μπορείτε να διαβάσετε ή να κατεβάσετε την ύλη σε ψηφιακή μορφή από εδώ
Όποιος/α ενδιαφέρεται για την έντυπη μορφή μπορεί να έρθει σε επαφή στο basseclasse@hotmail.com