1) Το μπλοκ των αστικών κομμάτων εξουσίας κατόρθωσε να διατηρήσει την διακυβέρνηση, αυτή τη φορά με επικεφαλής τη ΝΔ και συγκυβερνήτες ότι απέμεινε από το ΠΑΣΟΚ μαζί με το γενόσημο κόμμα της ΔΗΜ.ΑΡ. Το ίδιο πολιτικό προσωπικό, αντιπροσωπεύοντας τα ίδια οικονομικά συμφέροντα, που εδώ και 2 χρόνια οργανώνουν την πιο σκληρή ταξική επίθεση της μεταπολίτευσης, επιβάλλοντας υπό την καθοδήγηση των ευρωπαϊκών και υπερατλαντικών διευθυντηρίων μνημόνια κοινωνικής υποδούλωσης και λεηλασίας, θα συνεχίσουν το αντικοινωνικό τους έργο, με μια κυβέρνηση «νωπής λαϊκής εντολής» αλλά ισχνής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και ξεκάθαρα μειοψηφική κοινωνικά. Τα «συμφωνηθέντα» θα τηρηθούν, η κοινωνική ερημοποίηση θα συνεχιστεί και το μόνο που θα «διαπραγματευτούν» οι νέοι-παλαιοί γνώριμοι συγκυβερνήτες θα είναι η παράταση των «διαρθρωτικών αλλαγών» για την σταδιακή-τμηματική εφαρμογή των επόμενων μέτρων σε μια προσπάθεια αποφυγής ενός νέου κύκλου εκτεταμένων κοινωνικών κινητοποιήσεων, ξεσηκωμών και ταραχών. Το πρόγραμμά τους σαφές: περαιτέρω μείωση μισθών, συντάξεων και ελαστικοποίηση της εργασίας, κατεδάφιση του συστήματος υγείας, εκπαίδευσης και των όποιων προνοιακών «παροχών», μαζικές απολύσεις, εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις, μονιμοποίηση των υπέρογκων άμεσων και έμμεσων φορολογικών χαρατσιών για τους «από κάτω» και μείωση της φορολογίας για τις επιχειρήσεις.
2) Το ρεφορμιστικό (μεταρρυθμιστικό) μπλοκ εξουσίας, που εκφράστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν κατόρθωσε να πάρει την πρωτιά (ίσως δεν την επιδίωκε στην πραγματικότητα) παρότι συγκρότησε μια -έστω προσωρινή- κοινωνική συμμαχία, η οποία εκκινούσε από κόσμο που έδωσε το παρόν στις μεγάλες κινητοποιήσεις της τελευταίας διετίας και επένδυσε εκλογικά στις ψευδαισθήσεις μια αριστερής διακυβέρνησης, φτάνοντας έως μικροαστικά στρώματα που αντιπροσώπευαν το βαθύ ΠΑΣΟΚ μέχρι πρόσφατα (π.χ. με «πελατειακές» υποσχέσεις προς τους δημοσίους υπαλλήλους ότι δε θα γίνουν οι μνημονιακά συμφωνημένες 150.000 απολύσεις στον δημόσιο τομέα). Το πρόγραμμά του αφορά σε ένα σενάριο αναπαλαιωμένης σοσιαλδημοκρατίας, που δηλωτικά σημειώνει ότι θα κάνει αναδιανεμητικές παρεμβάσεις αφήνοντας αλώβητο τον πυρήνα των δομών-σχέσεων παραγωγής και χωρίς αποχώρηση από τους υπερεθνικούς μηχανισμούς κυριαρχίας (Ε.Ε., ΝΑΤΟ κλπ). Μια πρόγευση για τη στάση που θα κρατήσει -ως αξιωματική αντιπολίτευση πλέον- αυτή η «μαχητική αριστερή αντιμνημονιακή δύναμη» βρίσκεται στις φράσεις «υπεύθυνη αντιπολίτευση» και «θα τους ρημάξουμε στην ομαλότητα», που με κάθε ευκαιρία διατρανώνουν τα στελέχη της σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές. Η μετάφραση εύκολη: απόπειρα απονέκρωσης των κοινωνικών αντιστάσεων μέσα από το θέαμα των κοινοβουλευτικών σκιαμαχιών, αποικιοκρατική διάθεση ελέγχου, αφομοίωσης και θεσμικής εκπροσώπησης των κοινωνικών αγώνων και κινημάτων. Ενδεικτικές ήταν οι δηλώσεις τους πριν τις δεύτερες εκλογές ότι αν έπαιρναν την εξουσία θα μετέτρεπαν σε θεσμικά γνωμοδοτικά-ελεγκτικά όργανα πολιτών τις λαϊκές συνελεύσεις των κατοίκων, χωρίς βέβαια να έχουν ρωτήσει τις ίδιες τις συνελεύσεις των πλατειών αν συμφωνούσαν σε μια τέτοια προοπτική μετάλλαξης-κατάργησης της φυσιογνωμίας και των χαρακτηριστικών τους. Τη στιγμή που το ισοπεδωτικό πρόγραμμα καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης θα συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνιστά «ψυχραιμία» και «υπευθυνότητα», θα επικεντρώσει στη συγκρότηση του (ανύπαρκτου) κομματικού του μηχανισμού και θα ακολουθήσει την τακτική του «ώριμου φρούτου» στην επιδίωξη του να αναδειχτεί πρώτο κόμμα και να συγκροτήσει κυβέρνηση στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση που μπορεί να μην αργήσει και τόσο.
3) Η κομμουνιστική και αντικαπιταλιστική αριστερά του ΚΚΕ και του ΑΝΤΑΡΣΥΑ έπαθαν πραγματική καθίζηση, ως αποτέλεσμα μιας πραγματικότητας που χρόνια πεισματικά αρνούνται να την αποδεχτούν: σε κρίσιμες στιγμές εργατικών και κοινωνικών αγώνων συγκεντρώνουν έναν βαθμό συμπάθειας και υποστήριξης εξαιτίας της φιλεργατικής τους στάσης αλλά προοπτικά δεν κατορθώνουν να την κεφαλαιοποιήσουν ως μια ενσυνείδητη πολιτική προτίμηση και κομματική επιλογή. Γι’ αυτό προφανώς δεν φταίνε μόνο τα εκβιαστικά κυριαρχικά διλήμματα αλλά και τα παρωχημένα εργαλεία ανάλυσής τους, τα ξεπερασμένα κοινωνικά τους προτάγματα, οι αυταρχικές-καθοδηγητικές δομές τους που αναζητούν όχι αυτενεργούς και ενσυνείδητους συμμέτοχους αλλά πιστούς στρατιώτες της κάθε πολιτικής γραμμής που παράγεται στα κλειστά γραφεία των διάφορων κεντρικών επιτροπών.
4) Η φασιστική παράμετρος διατήρησε τα ποσοστά της και εμφανίζει έναν σταθερό εκφασισμένο κοινωνικό πυρήνα υποστηρικτών και ψηφοφόρων, οι οποίοι βέβαια δεν διαφεύγουν της ανάθεσης: να «καθαρίσουν» τα «παιδιά με τα μαύρα μπλουζάκια» ή διαφορετικά οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» που είτε λόγω καμένου εγκεφάλου από τον εθνικισμό-ρατσισμό-μιλιταρισμό είτε λόγω ταπεινών μικροσυμφερόντων πλαισιώνουν τις φασιστικές ομάδες κρούσης. Οι εθνικόφρονες, βέβαια, όπως πάντα στην ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο από συνεργάτες και ρουφιάνοι της αστυνομίας, λακέδες και υποτακτικοί των αφεντικών, τραμπούκοι και υποστυλώματα της κάθε εξουσίας. Και στην παρούσα φάση αναδεικνύονται για άλλη μια φορά σε στυλοβάτες του «καπιταλισμού σε κρίση».
Μέσα από την ρατσιστική τους πολιτική συμβάλλουν στην «εκκαθάριση» του κύριου περισσευούμενου εμπορεύματος (του «πλεονάζοντος πληθυσμού» παράνομων εργατών) με την ταυτόχρονη περαιτέρω υποτίμηση (μέσω του φόβου, του διωγμού και της βαθύτερης κοινωνικής και θεσμικής παρανομοποίησης) της εργατικής δύναμης και της ίδιας της ζωής των μεταναστών που θα παραμείνουν στον ελλαδικό χώρο. Παράλληλα, μέσα σε περιβάλλον διογκούμενης ανεργίας και νομοθετικής μισθολογικής εξίσωσης πλέον της «λευκής» με τη «μαύρη» εργασία, εμφανίζουν ως προνόμιο (και όχι ως κατάντια) το να βρεις μια δουλειά με 20 ευρώ ημερομίσθιο ή 450 ευρώ μισθό (τα νέα επίπεδα βασικού μισθολογίου), με ατομική σύμβαση εργασίας χωρίς καθόλου «δικαιώματα» (οι συλλογικές συμβάσεις -πέρα από ορισμένους κλάδους- έχουν ουσιαστικά καταργηθεί). Η βαθιά ταξική «φύση» του ρατσισμού σε όλο της το μεγαλείο. Και όλα αυτά μέσα από την επέκταση της νοοτροπίας και της μεθοδολογίας των μπράβων (των «προστατών») από τη νύχτα στη μέρα. Έχουν κάνει εξάλλου καριέρα πολλοί από αυτούς στις γραμμές της ελληνικής μαφίας (πέρα από τις παράλληλες και συνεργαζόμενες -με τις μαφίες- καριέρες στα σώματα ασφαλείας και στον στρατό).
Αυτή τους η επικέντρωση, βέβαια, στη ρατσιστική ατζέντα (από τις καθημερινές δολοφονικές τους επιθέσεις κατά μεταναστών μέχρι την ανακοινωμένη «κοινωνική» τους πολιτική με «κοινωνικά» παντοπωλεία μόνο για έλληνες, με «γιατρούς με σύνορα», με πέταγμα των μεταναστών από τις ουρές των έκτακτων περιστατικών στις εφημερίες των νοσοκομείων, με κινητοποιήσεις για την απόρριψη των αιτήσεων στους παιδικούς σταθμούς για τα παιδιά των μεταναστών που έχουν μάλιστα γεννηθεί εδώ κλπ) δε θα παραμείνει εσαεί μονομερής. Οι φασιστικές ομάδες κρούσης αποτέλεσαν πάντα μέσα στην ιστορία μηχανισμό αντιεξέγερσης, αντεπανάστασης, πληρωμένης απεργοσπασίας, παρακρατικής καταστολής, κοινωνικής σιωπής και εκπειθάρχησης, μέχρι το σημείο στρατιωτικοποίησης και πολεμικής σφαγής των κοινωνιών. Η στοχοποίηση αγωνιζόμενων ανθρώπων, πολιτικών χώρων, αυτοοργανωμένων στεκιών και καταλήψεων είναι πάντα μέσα στις επιδιώξεις τους, ενώ παράλληλα επιχειρούν να οργανωθούν με τη μορφή φασιστικών περιπόλων ή πατριωτικών πολιτοφυλακών για να παίξουν τον καθεστωτικό τους ρόλο σε περίπτωση «έκρυθμων κοινωνικών καταστάσεων». Πάντα στο πλευρό των επίσημων κρατικών κατασταλτικών συμμοριών. Πάντα στο όνομα της «προστασίας της περιουσίας και της ζωής των πολιτών», δηλαδή της προστασίας της «δημόσιας τάξης και ασφάλειας».
5) Το ποσοστό της αποχής ανέβηκε κι άλλο, προσθέτοντας περισσότερους από 200.000 ανθρώπους στην αποχή των εκλογών της 6ης Μάη. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία νέοι άνθρωποι μέχρι 25 ετών. Μια αδιευκρίνιστη και χαοτική μεταβλητή για ένα σύστημα σε εύθραυστη ισορροπία, που θα μπορούσε, αν εκφραστεί πέρα από την απέχθεια στα κόμματα ως ενεργή αντίσταση, να αποτελέσει ένα πολύ ενδιαφέρον και σημαντικό κοινωνικό δυναμικό, αδέσμευτο από πολιτικούς χειρισμούς και καπελώματα, στις διαδρομές των αυτοοργανωμένων και χειραφετημένων αγώνων για ζωή και αξιοπρέπεια.
6) Οι εκλογές, εκτός από διαδικασία ανάθεσης, εξαπάτησης, αποπροσανατολισμού, κατασκευής διλημμάτων και ψευδαισθήσεων, υπήρξαν πάντα ένας βασικός μηχανισμός κοινωνικής ειρήνευσης για την κυριαρχία. Στην παρούσα φάση αυτή τους η λειτουργία έγινε εμφανής όσο ποτέ. Οι κοινωνικές αγώνες, τρεις μήνες τώρα, οπισθοχώρησαν σε κάθε επίπεδο. Οι κινητοποιήσεις και οι συγκρούσεις των δυο τελευταίων ετών σχεδόν ξεχάστηκαν. Οι συνελεύσεις των πλατειών, βασικός κοινωνικός τόπος τον τελευταίο ένα χρόνο ανταλλαγής απόψεων και ανάληψης δράσεων αντίστασης και αλληλεγγύης τόσο σε τοπικό όσο και σε κεντρικό επίπεδο βρέθηκαν έξω από τα νερά τους. Ακόμα και οι αναρχικές-αντιεξουσιαστικές ομάδες-στέκια-καταλήψεις φάνηκε να χάνουν τον βηματισμό τους βλέποντας την κοινωνική άμπωτη.
Το τοπίο, ωστόσο, που διαμορφώνεται είναι πλέον σαφές. Οι συστημικές συνιστώσες (αστική, ρεφορμιστική, φασιστική) αναδιατάσσονται, η καθεμία με τον τρόπο της και τον ρόλο της για τον επόμενο γύρο κοινωνικών και ταξικών αναμετρήσεων που προβλέπονται σύντομα. Τα πρώτα εκκαθαριστικά της εφορίας ήδη καταφθάνουν στα σπίτια με τεράστια ποσά να πρέπει να καταβληθούν (τα οποία δεν υπάρχουν πλέον), οι διακοπές ηλεκτρικών συνδέσεων σε σπίτια που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς της ΔΕΗ παίρνουν τη μορφή επιδημίας, οι «διαπραγματεύσεις» (με μοναδικό «περιθώριο» την επιμήκυνση εφαρμογής του μνημονίου) θα γίνουν μέσα στις επόμενες βδομάδες, τα επόμενα νέα μέτρα αναμένονται το φθινόπωρο, η αριστερή κοινοβουλευτική αντιπολίτευση δεν πρόκειται να αποτελέσει φραγμό στο νέο γύρο βάρβαρης επίθεσης αλλά θα προσπαθεί να αποκομίσει οφέλη για τις επόμενες εκλογές, ο «πολιτισμός» των πογκρόμ, των επιχειρήσεων σκούπα και των στρατοπέδων συγκέντρωσης θα επεκταθεί, η καταστολή θα διευρυνθεί, τα φασιστοειδή θα επιχειρήσουν να ανοίξουν γραφεία σε όσο το δυνατόν περισσότερες περιοχές, να πολλαπλασιάσουν τις περιπόλους και τις επιθέσεις τους και να συνεχίσουν τη μισανθρωπική τους «πολιτική», σε παραλληλία με την «κοινωνική» τους πολιτική «μόνο για έλληνες». Ενώ σταθερή παραμένει στους ακροδεξιούς κύκλους η «επιθυμία» για μια επίσημη-θεσμική «συμβολή» των απόστρατων αξιωματικών στις «εξελίξεις του τόπου» και στους «ενδεχόμενους κινδύνους», με προτάσεις για συγκρότηση πανελλαδικά μονάδων «Εθελοντικής δύναμης Εθνοφυλακής Ταχείας Αναπτύξεως» που «θα αξιοποιήσει στο μέγιστο την επιθυμία των εφέδρων να αναλάβουν μεγαλύτερο ρόλο στην Εθνική Άμυνα» (ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό» λέμε εμείς).
Δεν υπάρχει κανένας λόγος για αμηχανία, αναμονή ή δισταγμό. Νέοι κύκλοι κοινωνικών εκδηλώσεων και διεργασιών διαφαίνονται στον ορίζοντα. Και σε αυτή τη νέα φάση κοινωνικών κινητοποιήσεων και αναζητήσεων μπορούμε να φανούμε σοφότεροι, με βάση την εμπειρία των τελευταίων ετών, τα λάθη και τις αδυναμίες, τους πειραματισμούς και τις νέες δυνατότητες, τις ευκαιρίες που χάθηκαν, τα όσα πραγματώθηκαν ή επιχειρήθηκαν. Να ενδυναμώσουμε (όπου υπάρχουν) και να δημιουργήσουμε (όπου δεν υπάρχουν) συλλογικά αυτοοργανωμένα εγχειρήματα λόγου και δράσης, κοινωνικής-πολιτικής-πολιτισμικής παρέμβασης, σε κάθε γειτονιά, εκπαιδευτικό και εργασιακό χώρο. Να συμβάλλουμε στη ριζοσπαστικοποίηση των κοινωνικών-ταξικών αγώνων και στην ανάπτυξη μιας αντισυστημικής συνείδησης. Να ενισχύσουμε και να εξαπλώσουμε τα πειράματα κοινωνικών αντι-δομών. Να συγκροτήσουμε παντού δυνατότητες συλλογικής και κοινωνικής-ταξικής αυτοάμυνας. Να δημιουργήσουμε δίκτυα επικοινωνίας, αλληλεγγύης και στρατηγικού-συντονισμένου προσανατολισμού του αντιεξουσιαστικού-αντικαπιταλιστικού-αντιιεραρχικού αγώνα. Και να τα προβάλουμε όλα μαζί στην προοπτική της κοινωνικής επανάστασης, της επανάστασης σε κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής, του συνολικού μετασχηματισμού των διαπροσωπικών-συλλογικών-κοινωνικών σχέσεων σε ελευθεριακή-εξισωτική κατεύθυνση, για μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία ελευθερίας, ισότητας, αλληλοβοήθειας, κοινοκτημοσύνης. Σύγκρουση με κράτος-αφεντικά-φασίστες. Το όνομά μας η ψυχή μας: αναρχία.