Η ψήφιση του νέου νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, την Τετάρτη 24/8, από 250 και πλέον βουλευτές (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ, Δημοκρατική Συμμαχία), επικυρώνει το γκρέμισμα άλλου ενός «κάστρου» από αυτά που συγκρότησαν το «κοινωνικό συμβόλαιο» της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Ο νέος νόμος πέρα από την πλήρη και χωρίς προσχήματα ιδιωτικοποίηση της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης (διοίκηση πανεπιστημίων και ΤΕΙ από μανάτζερς, δίδακτρα σπουδών, κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, «επιστημονική έρευνα» εκπορευόμενη από τα κεφαλαιοκρατικά συμφέροντα χωρίς καν το πρόσχημα των «κοινωνικών αναγκών») καταργεί επίσης πλήρως τη νομική υπόσταση του πανεπιστημιακού ασύλου.
Η νομική κατοχύρωση του πανεπιστημιακού ασύλου μετά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης του Νοέμβρη 1973 και την εισβολή με τανκς μέσα στο Πολυτεχνείο αποτέλεσε έναν από τους πυλώνες διαμόρφωσης του μεταπολιτευτικού κοινωνικού σχηματισμού, που πλέον σαρώνεται στο σύνολο του από την ίδια την κυριαρχία ανεπιστρεπτί (το άσυλο, ωστόσο, καταγράφεται ως εθιμικά και κοινωνικά κατοχυρωμένο γεγονός στους πανεπιστημιακούς χώρους στον ελλαδικό χώρο ήδη από τον 19ο αιώνα σε φοιτητικές ή κοινωνικές κινητοποιήσεις).
Η νομική κατοχύρωση του πανεπιστημιακού ασύλου μαζί με τη νομιμοποίηση των αριστερών κομμάτων, τις αυξήσεις έως και 30% στους μισθούς (ως αποτέλεσμα των έντονων ταξικών αγώνων της δεκαετία του ’70 μετά από μια χουντική επταετία «εργασιακής ειρήνης» και παγώματος των μισθών), την «εθνική συμφιλίωση» των αρχών της δεκαετίας του ΄80 που επιδίωξε να εμφανίσει ως ενιαία την «εθνική αντίσταση» στη ναζιστική κατοχή (ΕΛΑΣ – ΕΔΕΣ) και να σβήσει από την κοινωνική μνήμη τον εμφύλιο του 1946-49, την κατοχύρωση του συνδικαλιστικού δικαιώματος (που οδήγησε στην ενσωμάτωση-ποδηγέτηση των ακηδεμόνευτων ταξικών αγώνων και στη δημιουργία της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας), τη δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) για την παροχή στοιχειώδους περίθαλψης σε όλο τον πληθυσμό, τη διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τη σχετικά εύκολη πρόσβαση στο πανεπιστήμιο, τις αθρόες προσλήψεις στον δημόσιο τομέα με κομματικά κριτήρια, το μοντέλο της αντιπαροχής στην οικοδομή και τη διασπορά της μικρής ατομικής ιδιοκτησίας, αποτέλεσαν τους βασικούς πυλώνες του «κοινωνικού συμβολαίου» της μεταπολίτευσης. Τους βασικούς πυλώνες εκμαίευσης της κοινωνικής συναίνεσης, επιβολής της κοινωνικής λήθης και κατασκευής μια ωφελιμιστικής ατομικιστικής κοινωνίας, βολέματος, πελατειακών σχέσεων, καταναλωτισμού και επιδειξιομανίας, που όταν άρχισε να πάσχει από έλλειψη ρευστού (λόγω της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 στον ελλαδικό χώρο) έκανε ουρές για κάθε είδους δάνειο στα γκισέ των τραπεζών.
Επειδή, λοιπόν, δε διανύουμε μια περίοδο γενικής και αόριστης επίθεσης του κεφαλαίου στις κοινωνίες. Επειδή δεν είναι ότι απλά καταργούνται τα «κεκτημένα», βαθαίνει η εκμετάλλευση και χειροτερεύουν τα πράγματα. Επειδή δεν πρόκειται απλά για μια διευρυνόμενη και εντατικότερη λεηλασία της ζωής μας αλλά για μια συνολική επιχείρηση αναδημιουργίας του κοινωνικού σχηματισμού σε νέες βάσεις και με νέα χαρακτηριστικά από την πολιτική και οικονομική εξουσία, δεν υπήρχε περίπτωση σε ένα νόμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση να μην προβλεπόταν και η (πολυπόθητη εδώ και χρόνια από την κυριαρχία) νομική κατάργηση του ασύλου. Όπως, επίσης, αναμενόμενη ήταν η ευρεία διακομματική συμφωνία από τα κόμματα διαχείρισης της εξουσίας. Όσο για τα κόμματα της αριστεράς (κοινοβουλευτικά και εξωκοινοβουλευτικά) παραμένουν στα παρωχημένα (έως και ανεδαφικά) προτάγματα της «δημόσιας και δωρεάν παιδείας» και του «ασύλου που ανήκει σε όλο τον λαό», τη στιγμή που αυτά αποτέλεσαν στιγμές προσωρινών θεσμικών ισορροπιών και ταξικών συμβιβασμών -προϊόν των συσχετισμών δύναμης του κοινωνικού ανταγωνισμού στο παρελθόν- και δεν μπορούν πλέον να αποτελέσουν όχημα αγώνα και προχωρήματος.
Αυτό που θα συμβεί είναι ότι οι νέοι αγώνες και οι απαιτήσεις τους θα επαναθέσουν το ζήτημα του ασύλου στους πανεπιστημιακούς χώρους από κοινωνική (και όχι από θεσμική) πλευρά. Από εκεί κι έπειτα, στις μέρες μας δεν μπορεί κάποιος εύκολα να προσδοκά ή να φιλοδοξεί ότι θα ανακόψει την κυριαρχική επέλαση σε κάποιο επιμέρους μέτωπο ή ότι θα κατορθώσει να αποσπάσει οφέλη σε κάποιο άλλο. Η επίθεση είναι συνολική και συναρθρώνεται ως συνολικό σχέδιο, το οποίο δεν υπάρχει περίπτωση να υποχωρήσει (με όποιο κόστος) διότι τότε είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Γι’ αυτό οι πολιτικές που εφαρμόζονται δεν αποσκοπούν στη συναίνεση, αδιαφορούν για τα προσχήματα, στηρίζονται στην ωμή επιβολή και κατατίθενται ως πολεμικά ανακοινωθέντα.
Αυτή, όμως, η φαινομενικά απαισιόδοξη διαπίστωση είναι και το πεδίο γέννησης μιας νέας αισιοδοξίας. Της επανέναρξης της συζήτησης για τον συνολικό κοινωνικό μετασχηματισμό προς ελευθεριακή-εξισωτική κατεύθυνση. Της επανατοποθέτησης του ζητήματος της κατάργησης των σχέσεων εκμετάλλευσης και υποταγής και όχι απλά της διεκδίκησης ενός «πιο ανθρώπινου συστήματος» κρατικής-καπιταλιστικής διαχείρισης. Για μια ακρατική, αταξική, ανεξούσια, αυτοοργανωμένη κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης, χωρίς πλαστούς διαχωρισμούς και ιεραρχικές διακρίσεις στη βάση του φύλου, της φυλής, του τόπου προέλευσης ή της σεξουαλικής προτίμησης.
Η κυριαρχία ξεθεμελιώνει τα πάντα για να τα ξανακτίσει σε νέες βάσεις πιο αποτελεσματικές και ωφέλιμες για την ίδια. Το ίδιο καλούμαστε να κάνουμε κι εμείς. Σε έναν κόσμο που αλλάζει σημασία έχει προς ποια κατεύθυνση θα αλλάξει.