”
1. Αυτό το γράμμα δεν αποτελεί μια συνολική πολιτική τοποθέτηση για την αντιτρομοκρατική επιχείρηση που ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, αλλά μια πρώτη πολιτική ανάγνωση της προφυλάκισής μου. Των σημασιών και των ευρύτερων στόχων που αυτή έχει.
3. Στις 4 Δεκεμβρίου με προσήγαγαν στην ασφάλεια μαζί με τον φίλο και σύντροφο Κώστα Μπαρλή, έξω από μια καφετέρια στα Εξάρχεια αστυνομικοί της ομάδας Δέλτα και της αντιτρομοκρατικής. Ο φίλος μου αφήνεται ελεύθερος 16 ώρες περίπου αργότερα. Εμένα μου παραδίδεται η έκθεση σύλληψης 26 ώρες μετά την προσαγωγή μου. Και μετά αρχίζει η τρέλα. Γιατί αν το τελευταίο διάστημα βλέπουμε σε μια σειρά υποθέσεων να ποινικοποιούνται οι φιλικές και συντροφικές σχέσεις, στην περίπτωσή μου δεν μπορούν να «επικαλεστούν» ούτε καν αυτό. Είμαι στη φυλακή για μια υπόθεση της οποίας ούτε τους συγκατηγορούμενους δεν γνωρίζω. Κανένας μάρτυρας δε με αναγνωρίζει, κανένας αστυνομικός δεν υποστηρίζει ότι συναντήθηκα με κάποιον από τους συγκατηγορούμενούς μου, σε καμία τηλεφωνική υποκλοπή δεν ακούγεται το όνομά μου και όσον αφορά την έρευνα που έγινε στο σπίτι μου το μόνο που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι κλέψανε την ξυριστική μου μηχανή, άρα και το DNA μου (σημειώνω ότι αυτό δεν αναφέρεται καν στην έκθεση κατάσχεσης). Σύμφωνα όμως με την αντιτρομοκρατική το πρώτο «ενοχοποιητικό» στοιχείο είναι ότι το βράδυ της 24ης Νοεμβρίου με είδαν να κινούμαι παράλληλα με την οδό Πραξιτέλους στον Πειραιά. Τί κι αν στην Ηρώων Πολυτεχνείου, τρία στενά παράλληλα της Πραξιτέλους, βρίσκεται το γραφείο του δικηγόρου μου. Τί κι αν τον επισκέφτηκα εκείνο το βράδυ, λίγες μέρες πριν παρουσιαστώ στην ανακρίτρια για την υπόθεση του εφετείου. Το δεύτερο «ατράνταχτο» στοιχείο είναι ότι ήπια ένα ποτό στα Εξάρχεια, στην περιοχή που καθημερινά συναναστρέφομαι με δεκάδες ανθρώπους, με «άγνωστο άτομο», το οποίο σύμφωνα με την αντιτρομοκρατική είχε φάει προηγουμένως σουβλάκια μαζί με έναν από τους συγκατηγορούμενούς μου. Ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του. Φυσικά, όλη αυτή την εβδομάδα που κρατήθηκα στην αντιτρομοκρατική ήμουν απομονωμένος σ’ ένα κελί ένα επί τρία, χωρίς παράθυρο και με το φως συνέχεια ανοιχτό. Και μετά ήρθε η προειλημμένη απόφαση της προφυλάκισής μου και μάλιστα στα Γρεβενά. Οι φυλακές Γρεβενών είναι υψίστης ασφαλείας όπου κρατούνται βαρυποινίτες και όχι υπόδικοι και βρίσκονται 500χλμ μακριά από την Αθήνα, καθιστώντας σχεδόν αδύνατη κάθε επικοινωνία με φίλους, συντρόφους, συγγενείς, δικηγόρους.
…
5. Οι κατασκευασμένες και κατευθυνόμενες διώξεις με βάση τα σενάρια και τις εμμονές της αντιτρομοκρατικής θυμίζουν βόμβες διασποράς. Στοχεύουν κάπου για να πλήξουν σε μεγάλη ακτίνα γύρω τους, να καταστρέψουν μια ευρύτερη περιοχή. Αυτή η δίωξη δεν αφορά μονάχα εμένα προσωπικά. Αυτή η δίωξη θέλει να φοβίσει τον καθένα. Να προσέχουμε με ποιούς μιλάμε. Με ποιούς αφισσοκολλούμε. Με ποιούς βγάζουμε έντυπα. Με ποιούς συμπορευόμαστε στις διαδηλώσεις. Με ποιούς ανταλλάσουμε απόψεις στις εκδηλώσεις. Και φυσικά πού πηγαίνουμε. Να εμποτίσουν την καθημερινότητά μας με καχυποψία και φόβο. Οι υπάλληλοι της τρόικας μας προσφέρουν απλόχερα το μόνιμο «άλλοθι» της υπακοής, την πρόσκαιρη ασφάλεια και την ψεύτικη σιγουριά της υποταγής. Γιατί ποιός θα αμφισβητήσει, χωρίς να γελοιοποιηθεί τελείως, πως αν μας αρκούσε το τίποτα, αν ήμασταν αναρχικοί μέχρι να πάμε πενταήμερη, αν είχαμε «ανακουφιστεί» μετά την υπογραφή του μνημονίου, αν μισούσαμε τους μετανάστες, αν αγανακτούσαμε με τους κουκουλοφόρους, αν φοβόμασταν τους «τρομοκράτες», καμία από τις συνέπειες της καταστολής δε θα είχα υποστεί ούτε εγώ ούτε πολλοί άλλοι που αντιστέκονται.
…
Ας σταθούμε όρθιοι. Και ας κάνουμε το επόμενο βήμα. Για την κοινωνική/ταξική αντεπίθεση. Για την προλεταριακή έφοδο στον ουρανό.
Υ.Γ. Όπως μου είχε πει κάποτε ένας καλός σύντροφος: «Υπομονή. Δύναμη. Πίστη στην υπόθεση. Έχουμε δίκιο. Τέλος». Αυτές οι λέξεις θα γίνουν οδηγός μου σ’ αυτές τις πραγματικά δύσκολες στιγμές.
Χρήστος Πολίτης
Κλειστή Φυλακή Γρεβενών
16 Δεκέμβρη 2010 “