Πώς να σηκώσει ο καιρός
παραίτηση και εφησυχασμό,
τρύπια όνειρα και ξεφτισμένες υποσχέσεις,
«μάλιστα κύριε αστυφύλακα» και γονυκλισίες;
Τα ρυάκια μεγαλώνουν και πολλαπλασιάζονται,
διασταυρώνονται και εκβάλλουν,
σε έναν χείμαρρο οργής που ολοένα θεριεύει.
Μαθαίνουμε να συλλαβίζουμε ξανά
τη γλώσσα της συντροφικότητας,
της φωτιάς, της δημιουργίας.
Κι έτσι κάποιος μας θύμισε:
οι δούλοι μπορούν χωρίς αφεντικά,
τα αφεντικά δεν μπορούν χωρίς δούλους.
τα λέμε την τετάρτη στον δρόμο…